Η ιστοσελίδα είναι αφιερωμένη στους Κυπρίους Αγωνιστές κ.κ. Σάββα Λοϊζίδη και Σωκράτη Λοϊζίδη

Τρίτη 13 Μαρτίου 2012

ΕΝΩΤΙΚΟΝ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ

 Νέον Διεθνές Κλίμα δια το Κυπριακόν

"Το νέον διεθνές κλίμα εδημιουργήθη μετά τας τρομακτικάς καταστροφάς του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την Ίδρυσιν του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών εις τον Καταστατικόν Χάρτην του οποίου θεμελιώδεις αρχαί είναι η ελευθερία και αυτοδιάθεσις  των λαών.

Ήρχισα λοιπόν μελετών τα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και της προοπτικής εξελίξεων της τύχης των αποικιακών λαών, δια τους οποίους ασφαλώς διεγράφετο μέλλον ελευθερίας βάσει της αρχής αυτοδιαθέσεως. Η αρχή αύτη αντικατέστησε την αρχήν εθνικοτήτων, η οποία υπήρξε καρπός του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και βάσει της οποίας αυτοκρατορίαι διελύθησαν και πολλά νέα εθνικά κράτη εδημιουργήθησαν ιδίως εις την Ευρώπην. Ήδη με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ήρχισε να προβάλλεται και ραγδαίως ανά τον κόσμον ολόκληρον να εφαρμόζεται η αρχή αυτοδιαθέσεως των λαών, βάσει δε αυτής κατέστησαν ανεξάρτητοι και υπέγραψαν εκ των πρώτων τον Χάρτην του ΟΗΕ η Ινδία, η Συρία, ο Λίβανος, αι Φιλιππίναι. Ο αριθμός των ανεξαρτήτων κρατών και επομένως και των μελών των Ηνωμένων Εθνών από έτους εις έτος ηυξάνετο ως θα εκθέσωμεν κατωτέρω. Πρέπει όμως να παραδεχθώμεν ότι τόσον η αρχή εθνικοτήτων, όσον και η αρχή αυτοδιαθέσεως ήσαν μάλλον αποτέλεσμα πολιτικών αγώνων και εθνικών επαναστάσεων, παρά επικράτησις θεωρητικών εννοιών. Συνεπώς υποχρεούμεθα να έχωμεν διαρκώς τούτο προ οφθαλμών, όταν ητοιμάζαμε τον εις τα Ηνωμένα Έθνη αγώνα υπέρ αυτοδιαθέσεως της Κύπρου.

Εις την ουσίαν της πάντως η αρχή αυτοδιαθέσεως επεβεβαιώθη διαρκούντος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου εις τον Χάρτην του Ατλαντικού, 14 Αυγούστου 1941, ο οποίος διεκηρύχθη παγκοσμίως δια Συμφωνίας των Συμμάχων την 1ην Ιανουαρίου 1942. Και εις τα άρθρα 1 και 55 του Καταστατικού Χάρτου του ΟΗΕ αναφέρεται ως κατευθυντήριος γραμμή και προϋπόθεσις φιλικών σχέσεων μεταξύ των κρατών δια την επίτευξιν των σκοπών των Ηνωμένων Εθνών και κυρίως της διατηρήσεως της ειρήνης και ασφαλείας και της κοινωνικής και οικονομικής αναπτύξεως των λαών.


Εις την Κύπρον, οι Άγγλοι προβλέποντες διεθνή προβολήν του Κυπριακού προσεπάθησαν το 1947 και 1948 να προσελκύσουν τους Κυπρίους εις συνεργασίαν δια κάποιο νέον Σύνταγμα που να παρείχε περισσότερα δικαιώματα εις περιωρισμένης μορφής αυτοδιοίκησιν. Οι Κύπριοι όμως απέρριπτον τας προτάσεις αυτάς διότι δεν είχαν πλέον εμπιστοσύνην εις Αγγλικάς υποσχέσεις, αι οποίαι όχι μόνον δεν ετηρούντο αλλ’ έτειναν και εις διαίρεσιν του πληθυσμού, βάσει του «διαίρει και βασίλευε» «DIVIDE AND RULE» των Βρεταννών και διότι πόθος των Κυπρίων δεν ήσαν αι περισσότεραι ελευθερίαι, αλλ’ η Ένωσις με την Μητέρα Ελλάδα. Είχε δε γίνει κοινή συνείδησις εκείνο που με την μελέτην της Ιστορίας διεκήρυσσεν ο Γυμνασιάρχης του Παγκυπρίου Γυμνασίου Κωνστ. Σπυριδάκης και επανελάμβανεν ο πολύπειρος και παλαίμαχος Νικόλαος Λανίτης ότι: «Ανεξαρτησία της Κύπρου σημαίνει Τάφον της Ενώσεως». Εξ’ άλλου, ο ενωτικός αγών εστηρίζετο επί νέων και σταθερών θεμελίων, αφ’ ότου επί κεφαλής της Εθναρχούσης Εκκλησίας ετέθη ο επιστρέψας εκ της εξορίας Μητροπολίτης Κυρηνείας Μακάριος. Ούτος ανέλαβε καθήκοντα Τοποτηρητού του Αρχιεπ. Θρόνου από του θανάτου του Αρχιεπισκόπου Λεοντίου συμβάντος την 26ην Ιουλίου του 1947, εξελέγη δε την 24ην Δεκεμβρίου 1947 υπό του λαού και Κλήρου Αρχιεπίσκοπος ως Μακάριος Β’. Πατριώτης άφθαστος προστρέξας ως εθελοντής εις τας τάξεις του Ελληνικού Στρατού, ως εθελοντής και αγωνιστής αδιάλλακτος δι’ Ελλάδα και Ένωσιν δεν επέτρεπεν αμφιβολίας ως προς την πορείαν και τον στόχον του Ενωτικού Αγώνος.

Ως ήτο φυσικόν, κατόπιν των μακροχρονίων κοινών αγώνων και της κοινής μακροχρονίου εξορίας και ο εθνικός και ο ανθρώπινος φιλικός δεσμός μας ήτο ακατάλυτος και ετύγχανον της απολύτου εμπιστοσύνης του διευθύνων το Γραφείον Εθναρχίας Αθηνών. Εξ άλλου, και έτεροι σύμβουλοι και συμπαραστάται ως ο Γραμματεύς της Μητροπόλεως Κυρηνείας Πολύκαρπος Ιωαννίδης και ο Γραμματεύς της Αρχιεπισκοπής και του Γραφείου Εθναρχίας Ξενοφών Κουμπαρίδης τον οποίον δυστυχώς εχάσαμεν προώρως εις τας Αθήνας κατόπιν εγχειρίσεως νεφρού το 1952, συνεδέοντο αδελφικώς μαζί μου από της εποχής της συνεργασίας μας εις την «Εθνικήν Ριζοσπαστικήν Ένωσιν Κύπρου» και έτσι η μεταξύ Αθηνών και Κύπρου συνεργασία μας ήτο ειλικρινής, ανιδιοτελής και κρυσταλλίνης διαυγείας.

Πληρωθέντων δε και των Μητροπολιτικών Θρόνων Κιτίου δια της εκλογής του Μακαρίου, του ολίγον αργότερον Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, και Κυρηνείας Εθναρχούσα Εκκλησία, η οποία προς προώθησιν του Ενωτικού Αγώνος συνέστησε το Εθναρχικόν Συμβούλιον, εις το οποίον αμέσως περιελήφθημεν οι επιζώντες πρωταγωνισταί του 1931, και το Γραφείον Εθναρχίας το οποίον ετέθη υπό την Προεδρίαν του τότε Μητροπολίτου Κιτίου Μακαρίου.

Το Ενωτικόν Δημοψήφισμα

Ο Μητροπολίτης Κιτίου Μακάριος, ως Πρόεδρος του εν Λευκωσία Γραφείου Εθναρχίας Κύπρου ήρχετο συχνά εις τας Αθήνας, όπου η Εθναρχία διετήρει επίσης Γραφείον, δι’ επαφάς με Διεθνή Πρακτορεία και Ελληνικόν και ξένον Τύπον. Επειδή διηύθυνα το εν Αθήναις Γραφείον Εθναρχίας, είχα στενήν και αρμονικήν συνεργασίαν μετά του Μητροπολίτου Κιτίου Μακαρίου. (…)

Εις μίαν από τας περιπτώσεις που επεσκέφθη τας Αθήνας το 1949 συνηντήθημεν ένα πρωί εις το επί της οδού Ομήρου 11 Γραφείον μου. Επωφεληθείς της παρουσίας και του φίλου μου Καθηγητού της Νομικής Δημητρίου Βεζανή, ήρχισα αναπτύσσων τα συμπεράσματά μελετών μου, πώς θα μπορούσε το Κυπριακόν να φθάση και να συζητηθή εις τα Ηνωμένα Έθνη, δια να δυνηθή ο Κυπριακός λαός βάσει της αρχής της αυτοδιαθέσεως να καθορίση το μέλλον του. Τότε ο Καθηγητής Βεζανής έρριψε την ιδέαν ότι εις τούτο θα εβοήθει και η διεξαγωγή ενός Δημοψηφίσματος εις την Κύπρον. Συνεζητήσαμεν αμέσως την ιδέαν, παρεδέχθημεν αυτήν κατ’ αρχήν, διότι μας παρείχε διεθνώς ένα σοβαρόν και αναμφισβήτητον επιχείρημα και κατελήξαμεν εις τα προϋποθέσεις διεξαγωγής του. Έπρεπε να κληθή η Αγγλικά Διοίκησις να διεξαγάγη τούτο και εις άρνησίν της να οργανώση αυτό η εθναρχούσα Εκκλησία. Έπρεπε να διεξαχθή μεταξύ των Ελληνοκυπρίων αποτελούντων το 82% του πληθυσμού, διότι εθεωρείτο βέβαιον ότι οι τουρκοκύπριοι θα ηκολούθουν τους Άγγλους και θα ηρνούντο συμμετοχήν. Θέμα επί του οποίου θα είχαν να αποφανθούν οι Ελληνοκύπριοι θα ήτο αν επιθυμούν ή όχι να ενωθούν με την Ελλάδα.

Ας αναφέρω τώρα και τον περίεργον τρόπον κατά τον οποίον επρωτογνώρισα τον Μακάριον, που επί 27 χρόνια έπαιξε τον σοβαρότερον ρόλον εις την εξέλιξην του Κυπριακού, απέκτησε τεράστιαν διεθνή προβολήν και του οποίου, ως κατωτέρω θα εκτεθή, η μεν σπανίας ικανότητας, αλλά και σοβαρά ελαττώματα προσωπικότης υπήρξε, νομίζομεν, μοιραία δια την Κύπρον.
Ιδού λοιπόν πώς επρωτογνώρισα τον Μακάριον: Ως ανωτέρω ανέφερα με τον συνεξόριστον Μακάριον Μητροπολίτην Κυρηνείας συνηντώμεθα εδώ εις τας Αθήνας σχεδόν καθημερινώς εις το Δικηγορικόν μου Γραφείον από του 1932 μέχρι τέλους του 1946 ότε επετράπη εις τους εξόριστους να επανέλθουν εις Κύπρον. Κάθε πρωί σχεδόν ήρχετο εις το Γραφείον μου πρώτον διότι είχαμε συνεργασίαν επί του Κυπριακού, δεύτερον διότι ήτο ο τόπος που μπορούσαν να τον συναντήσουν οι εκ Κύπρου επισκέπται και τρίτον διότι το Γραφείον μου το είχε και ως κοινωνικόν κέντρον του, να περάση με συντροφιά δυο, τρεις πρωινές ώρες, να διαβάση εφημερίδες Αθηναϊκές ή Κυπριακές και να δεχθή δια κάποιο ζήτημα Κυπρίους των Αθηνών. Έτσι, εις το επί της οδού Ομήρου 11 Δικηγορικόν μου Γραφείον, ένα πρωί (θα ήτο μεταξύ 1943 και 1945) ενώ εγώ ειργαζόμην επί κάποιας δικογραφίας, ο δε Κυρηνείας εδιάβαζε την εφημερίδα του καθήμενος εις την πλάι πολυθρόναν, μπήκε στο Γραφείον σεμνά ένας νέος Κληρικός, λεπτός, με υψηλόν μάλλον παράστημα και εκάθησε καθ’ υπόδειξιν του Μητροπολίτου εις κάθισμα κοντά μου. Επειδή μου ήτο άγνωστος ο νέος Κληρικός και επειδή μου έκαμε εντύπωσιν με την εμφάνισίν του, παρηκολούθησα με διακριτικότητα την συνομιλίαν, ή μάλλον την νουθεσίαν με τας συμβουλάς του Μητροπολίτου Μακαρίου, προς τον, ως αντελήφθην, Κύπριον διάκονον της Αγίας Ειρήνης Αθηνών Μακάριον. Του έλεγε λοιπόν με σιγανήν φωνήν, αλλά εις έντονον ύφος ότι η Εκκλησία της Κύπρου είναι πλέον συντηρητική της Ελληνικής και ότι δεν ακολουθεί μόδαν κομψευομένων Κληρικών που κόβουν τόσον κοντά τα μαλλιά και τόσο κομψά τα γένεια των.
Ο διάκονος Μακάριος ήκουεν απαθής χωρίς καμμιάν αντίρρησιν ή δικαιολογίαν, μου έκαμεν όμως εντύπωσιν το απλανές και ψυχρόν βλέμμα του που εμαρτύρει κάποιαν αντιπάθειαν προς τον συμβουλεύοντα και τας συμβουλάς του. Χωρίς να ακολουθήση άλλη συνομιλία, ή συζήτησις ο διάκονος Μακάριος, μετά την ολιγόλεπτον παραμονήν του εις το Γραφείον μου, απήλθε με την ιδίαν σεμνότητα, με την οποίαν εισήλθεν.

Μετά την πανένθεσιν αυτήν επανερχόμεθα εις το σχέδιον διεξαγωγής Δημοψηφίσματος στην Κύπρο.
Ο Μητροπολίτης Κιτίου Μακάριος επιστρέψας εις Κύπρον, ως Πρόεδρος του Γραφείου Εθναρχίας έφερε το ζήτημα ενώπιον της Εθναρχούσης Εκκλησίας, του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Β’, των λοιπών Μητροπολιτών Πάφου και Κυρηνείας και απεφασίσθη όπως η Εθναρχία προκηρύξη και οργανώση την διεξαγωγήν του Δημοψηφίσματος, προσκαλούσα προηγουμένως την Κυπριακήν Κυβέρνησιν να διεξαγάγη τούτο.

Το Δημοψήφισμα προεκηρύχθη δια 15 – 22 Ιανουαρίου 1950. Οι Έλληνες της Κύπρου θα υπέγραφον επί φύλλων χάρτου ειδικώς προετοιμασθέντων, που έφεραν τα στοιχεία: «Δημοψήφισμα 15 – 22 Ιανουαρίου 1950. Αξιούμεν την Ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα», Πόλις ή χωρίον Αυξ. Αριθ. Όνομα και επώνυμον. Σχετικώς εδημοσίευσα άρθρον εις το Περιοδικόν της Εθναρχίας, τεύχος Ιανουαρίου 1950 σελ. 9 υπό τον τίτλον «Το Δημοψήφισμα αναγκαία εκδήλωσις» εις το οποίον μεταξύ των άλλων έγραφον:

«Ήτο ανάγκη ο συνεχιζόμενος αδιάλλακτος ενωτικός αγών των Κυπριών να σημειώση πρόοδον δια νέας εκδηλώσεις … επροτιμήθη εκδήλωσις νόμιμος και δημοκρατική και τελείως εντός του διεθνούς πνεύματος της εποχής μας. Ούτω η Εθναρχία Κύπρου απεφάσισε την διενέργειαν δημοψηφίσματος καθ’ όλην την νήσον προς πανηγυρικήν εκδήλωσιν της θελήσεως του Κυπριακού λαού δια την Ένωσιν… Η Εθναρχία Κύπρου προεκήρυξε το δημοψήφισμα δια την 15ην Ιανουαρίου 1950, ανέλαβε δε η ιδία την διενέργειάν του, εκτός αν η Κυπριακή Κυβέρνησις προς την οποίαν εστάλη σχετική αξίωσις, προκηρύξη συμφώνως προς τον χάρτην του ΟΗΕ κατοχυρούντα την αρχήν της αυτοδιαθέσεως, δημοψήφισμα προ της ανωτέρω ημερομηνίας… Αν οι Άγγλοι αμφισβητήσουν την γνησιότητα του δημοψηφίσματος, τότε δι’ ένα επί πλέον λόγον θα έχουν υποχρέωσιν να διενεργήσουν οι ίδιοι Δημοψήφισμα».

Η προκήρυξις του Δημοψηφίσματος έγινε δεκτή με ιεράν συγκίνησιν και απερίγραπτον πατριωτικόν ενθουσιασμόν από σύμπαντα τον Ελληνισμόν της νήσου και ήρχισε Παγκύπριος ζωηροτάτη κίνησις οργανώσεώς του. Ο Τύπος ολόκληρος και ομιληταί εκ μέρους της Εθναρχίας προέτρεπον του έκπληκτους Κυπρίους να συμμετάσχουν άπαντες εις το Δημοψήφισμα.

Πραγματική ιεροτελεστία συνετελείτο εις τους ναούς των πόλεων και των χωρίων, όπου οι Κύπριοι προσήρχοντο δακρύοντες και αφού προσεκύνουν τας ιεράς εικόνας υπέγραφον την προς Ένωσιν αξίωσιν. Η συμμετοχή υπήρξεν αφάνταστος. Σύμπας ο Ελληνικός Κυπριακός λαός, πλην δημοσίων υπαλλήλων και των εν φυλακαίς και νοσοκομείοις ευρισκομένων, ήτοι 96% των Ελλήνων ενηλίκων εψήφισαν αξίωσιν Ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα. Αι εκατοντάδες ξένων δημοσιογράφων και αντιπροσώπων Πρακτορείων Ειδήσεων έμειναν κατάπληκτοι προ του θεάματος και του αποτελέσματος, διότι συχνάκις οι Άγγλοι ισχυρίζοντο ότι μόνον η Εκκλησία της Κύπρου δημιουργεί θόρυβον δια την Ένωσιν.

Και οι εις Αθήνας Κύπριοι προσερχόμενοι εις την μικράν παρά την Μητρόπολιν Αθηνών Εκκλησίαν του Αγίου Ελευθερίου, υπέγραψαν άπαντες την περί Ενώσεως αξίωσιν.
Αναμφισβητήτως δύναται να λεχθή ότι το Κυπριακόν Δημοψήφισμα 15 – 22 Ιανουαρίου 1950 δι’ Ένωσιν της Κύπρου με την Ελλάδα, αποτελεί μίαν από τας Ελληνικωτέρας σελίδας της Κυπριακής Ιστορίας. Τούτο πρέπει να έχη κανείς υπ’ όψον κρίνων μελλούσας αδιανοήτους εξελίξεις του Κυπριακού ζητήματος.

Αμέσως μετά το Δημοψήφισμα, οι Άγγλοι εξετόπισαν εκ της νήσου υπό το πρόσχημα ότι ήσαν Έλληνες υπήκοοι τους Σωκράτην Λοϊζίδην, δικηγόρον, Γεν. Γραμματέα της Παναγροτικής Ενώσεως Κύπρου και Παντελήν Μπίστην δημοσιογράφον, λόγω της δραστηριότητός των δια την εξαίρετον επιτυχίαν του Δημοψηφίσματος. 

Η διεξαγωγή και το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος συνεκλόνισαν το Πανελλήνιον. Τόσον εις την Ελλάδα όσον και εις ανά τον κόσμον Ελληνικάς Κοινότητας επανηγυρίσθη με εθνικόν ενθουσιασμόν το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος και εθεωρήθη ως προμήνυμα της Ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα. Τότε ήτο εις πλήρην δράσιν και υπό την Προεδρίαν του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σπυρίδωνος μεγάλη Πανελλήνιος Επιτροπή Αυτοδιαθέσεως Κύπρου με στόχον την Ένωσιν. Με Γεν. Γραμματέα τον τότε Αρχιμαδρίτην Ιερώνυμον Κοτσώνην και ειδικόν τον Ν. Χατζηευαγγέλου, ανέπτυξε θαυμάσιαν δραστηριότητα προς την διαφώτησιν και προπαγάνδαν εις το εσωτερικόν και εξωτερικόν με φυλλάδια, βιβλιάρια κλπ. Εις ταύτην μετείχον αντιπροσωπείαι ως ο Κωνσταντίνου του Εμπορικού, Α. Κυριακόπουλος του Εργατικού, Ρουσόπουλος του πνευματικού κόσμου, Παπαϊωάννου των παλαιών πολεμιστών κλπ.

Οι κατάλογοι του Δημοψηφίσματος υπογραφέντες εις τετραπλούν υπό 215.108 επί συνόλου 224.745 ενηλίκων Ελληνοκυπρίων, απετέλεσεν 4 σειράς εκ πολλών τόμων. Η μία σειρά τόμων παρέμεινεν εις την Αρχιεπισκοπήν Κύπρου, η Δευτέρα σειρά προωρίζετο δια την Ελληνικήν Βουλήν, η Τρίτη δια την Κυβέρνησιν της Μ. Βρεταννίας και η Τετάρτη δια τα Ηνωμένα έθνη. Τριμελής Πρεσβεία εξουσιοδοτήθη υπό της Εθναρχούσης Εκκλησίας να μεταφέρη και παραδώση εις τον προορισμόν των του τόμους του Δημοψηφίσματος. Η Πρεσβεία αύτη απετελείτο εκ του Μητροπολίτου Κυρηνείας Κυπριανού, του παλαίμαχου Νικολάου Λανίτη και εμού. Αποθεωτική υπήρξεν η εις Πειραιά και Αθήνας υποδοχή της Κυπριακής Πρεσβείας.

Εις τας Αθήνας τα ενθουσιώδη πλήθη συνώδευσαν την Κυπριακήν Πρεσβείαν πεζή από την Πλατείαν Ομονοίας εις τον Μητροπολιτικόν Ναόν όπου εψάλη Δοξολογία παρουσία πολλών Αρχιερέων με επί κεφαλής τον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και πάσης Ελλάδος Σπυρίδωνα, όστις ήτο και Πρόεδρος Πανελληνίου Επιτροπής δια την Κύπρον. Τα μέλη της Κυπριακής Πρεσβείας εδέχθη ο Βασιλεύς Παύλος μεθ’ ολοκλήρου της Βασιλικής Οικογενείας, ο Πρωθυπουργός Στρατηγός Πλαστήρας ο οποίος παρέλαβε την μίαν σειράν τόμων του Δημοψηφίσματος, ευρισκομένην έκτοτε εις ειδικήν μέσα στην Βουλήν Βιβλιοθήκην. Επί πολλάς ημέρας αρχηγοί Κομμάτων, Υπουργοί, Βουλευταί, Αντιπροσωπείαι Πνευματικών Ιδρυμάτων, Οικονομικών Οργανισμών και Επαγγελματικών Σωματείων έσπευδον να επισκεφθούν την Κυπριακήν Πρεσβείαν και να εκφράσουν αισθήματα εθνικής συμπαραστάσεως και αλληλεγγύης. Επιτροπαί εξ όλων των γωνιών της Ελλάδος επεσκέπτοντο και προσεκάλουν την Πρεσβείαν. Τελικώς όμως μόνον την Θεσσαλονίκην και τας Πάτρας ηδυνήθη η Κυπριακή Πρεσβεία να επισκεφθή. Εις αμφοτέρας τας πόλεις αυτάς με παραλήρημα ενθουσιασμού αι χιλιάδες του πλήθους εώρταζον την άφιξιν της Κυπριακής Πρεσβείας ως προάγγελον της Ενώσεως.

Κατά Ιούλιον 1950 η Κυπριακή Πρεσβεία ανεχώρησεν ατμοπλοϊκώς εξ Ελλάδος μεταφέρουσα τους τόμους του Δημοψηφίσματος. Εις την Μασσαλίαν μας υπεδέχθη η εκεί Ελληνική Κοινότης με αισθήματα εθνικής συμπαραστάσεως. Σιδηροδρομικώς από την Μασσαλίαν εφθάσαμεν εις το Παρίσι όπου η εκεί Ελληνική Κοινότης μας υπεδέχθη ενθουσιωδώς, ετελέσθη Δοξολογία εις τον Ελληνορθόδοξον Ιερόν Ναόν και ωργανώθη δεξίωσις, προς τιμήν των μελών της Πρεσβείας, εις την οποίαν παρέστησαν και προσωπικότητες του πολιτικού και πνευματικού κόσμου της Γαλλίας. Έτσι, εδόθη ευκαιρία να αρχίσωμεν την επί διεθνούς επιπέδου διαφώτισιν δια το δίκαιον αίτημα της Κύπρου να ενωθή με την Ελλάδα, βάσει ιστορικών και πολιτιστικών δεδομένων και ιδίως βάσει της αρχής της Αυτοδιαθέσεως.

Εν συνεχεία η Κυπριακή Πρεσβεία έφθασεν εις Λονδίνον. Οι εκεί Έλληνες και Ελληνοκύπριοι μας υπεδέχθησαν με αδελφικά αισθήματα αλληλεγγύης και μας εβοήθησαν παντοιοτρόπως να έχωμεν επαφάς με εκπροσώπους του Συντηρητικού, του Εργατικού και του Φιλελευθέρου Κόμματος, αφού τόσον ο Πρωθυπουργός, όσον και ο Υπουργός Αποικιών ηρνήθησαν να μας δεχθούν, ως επίσης ηρνήθησαν παραλαβήν των τόμων του Δημοψηφίσματος. Πάντως ο Τύπος έδειξεν ενδιαφέρον, πλείστοι δε δημοσιογράφοι παρηκολούθησαν την Συνέντευξιν Τύπου που ωργανώθη λίαν επιτυχώς. Τελικώς, οι τόμοι του Δημοψηφίσματος αφέθησαν προς φύλαξιν εις τον Ιερόν Ναόν της Αγίας Σοφίας, του οποίου ο Πρωθιερεύς και αργότερον Επίσκοπος Βίρβος πολλαχώς συμπαρεστάθη εις την Πρεσβείαν και καθημερινώς συνώδευεν αυτήν και την εβοήθει εις την αποστολήν της, κατά τας δύο εβδομάδας παραμονής της εις το Λονδίνον κατ’ Αύγουστον 1950.

Κατά Σεπτέμβριον 1950, η Κυπριακή Πρεσβεία εφθάσαμεν ατμοπλοϊκώς εις Ν. Υόρκην μεταφέροντες την τρίτην σειράν των τόμων του Δημοψηφίσματος, προοριζομένων δια τα Ηνωμένα Έθνη. Εις τον τεράστιον επί των εκβολών του ποταμού Χάτσον λιμένα, πλήθος κόσμου Ελλήνων και Ελληνοκυπρίων, άνδρες, γυναίκες, και παιδιά με Αμερικανικάς και Ελληνικάς σημαίας μας ανέμεναν και μας υπεδέχθησαν με εναγκαλισμούς και ζητωκραυγάς υπέρ της Ενώσεως.

Διπλή ήτο η αποστολή μας εις τας Ηνωμένας Πολιτείας. Πρώτον να επικοινωνήσωμεν με τον Ελληνισμόν της Αμερικής, ο οποίος εις ένα τεράστιον συναγερμόν μας εκάλει εις όλας τας μεγάλας πόλεις δια να εκδηλώση την συμπαράστασιν και αλληλεγγύην του. Και δεύτερον να παραδώσωμεν τους Τόμους του Δημοψηφίσματος εις τα Ηνωμένα Έθνη. Τα χρονικά περιθώρια όμως δεν επέτρεπαν διαδρομήν της Κυπριακής Εθνικής Πρεσβείας ανά τας πόλεις της απεράντου Αμερικανικής Χώρας, όπου τότε έζων δεκάδες χιλιάδες Ελληνοκύπριοι και πλέον του ενός και ημίσεως εκατομμυρίου, σήμερον πλέον των δύο εκαταμμυρίων ομογενείς. Κατωρθώσαμεν και επεσκέφθημεν τας πλησιεστέρας προς την Ν. Υόρκην μεγάλας πόλεις, ως την Ουάσιγκτων, όπου επεσκέφθημεν μέλη του Κογκρέσσου, την Φιλαδέλφειαν, το Ντητρόιτ και το Σικάγον. Εις τας πόλεις αυτάς με σημαντικόν Ελληνικόν στοιχείον εγένοντο πανηγυρικαί συνεστιάσεις παρουσία και με συμμετοχήν Αμερικανών Κυβερνητών και Δημάρχων, οι οποίοι εξεφράζοντο ευμενώς υπέρ του δικαιώματος αυτοδιαθέσεως της Κύπρου. (…)

Εις τα Ηνωμένα Έθνη, όπου ήρχιζε τότε τας εργασίας της η Γενική Συνέλευσις εις το LAKE SUCCESS και FLUCHINGMEDOW, διότι η σημερινή των Έδρα εις την Ν. Υόρκην επί της 1ης Λεωφόρου και της EAST RIVER SIDE δεν ήτο ακόμη έτοιμη, έκαμε τότε την εμφάνισίν της η Κυπριακή Εθνική Πρεσβεία. Με το Ελληνορθόδοξον ράσον επί κεφαλής και την σεμνότητα προσεγγίσεως του Γενικού Γραμματέως TRYGVE LEE, του απερχομένου Προέδρου ROMOULO Φιλιππινέζου, του νεοεκλεγέντος ENTEZAM Πέρσου και των αρχηγών των από τας διαφόρους χώρας Αντιπροσωπειών έτυχεν ευγενούς υποδοχής.

Με την βοήθειαν του τότε μονίμου αντιπροσώπου της Ελλάδος εις τα Ηνωμένα Έθνη μακαρίτη Αλέξη Κύρου παρεδώσαμε την δια τον ΟΗΕ σειράν των τόμων του Δημοψηφίσματος εις τον Διευθυντήν του Τμήματος Εθιμοτυπίας COHEN, καθ’ όσον η επισημοτέρα παραλαβή υπό του Προέδρου της Γεν. Συνελεύσεως, ή του Γεν. Γραμματέως των Ηνωμένων Εθνών παρουσίαζε τυπικάς δυσχέρειας.

Επί δύο μήνας και καθ’ όλας τας ημέρας εργασιών της Ολομέλειας της Γεν. Συνελεύσεως ή των Επιτρόπων αυτής, ενεφανίζετο η Κυπριακή Εθνική Πρεσβεία σοβαρά και με πάσαν ευγένειαν και λεπτότητα επλησίαζεν εις το μεγάλο LOBBY, ή εις μικροτέρας αιθούσας τας αντιπροσωπείας των Κρατών μελών του ΟΗΕ και ανέπτυσσε συντόμως και σαφώς το κρυσταλλίνως καθαρόν θέμα της Κύπρου και εζήτει υποστήριξιν προς εφαρμογήν της αρχής της αυτοδιαθέσεως. Καταλλήλως προπαρασκευασθέντα σύντομα ιστορικά και πολιτιστικά φυλλάδια και μελέτη περί του Κυπριακού κατά το Δίκαιον των Ηνωμένων Εθνών ετίθεντο εις την διάθεσιν των αντιπροσωπειών. Ωρισμέναι μάλιστα Αντιπροσωπείαι μας προσεκάλουν εις τα ιδιαίτερα εν Νέα Υόρκη γραφεία των δια να κατατοπισθούν πληρέστερον, πρώτη δε απ’ αυτάς η της Ινδίας."


Συνεχίζεται…


Πηγή: ΑΤΥΧΗ ΚΥΠΡΟΣ, ΠΩΣ ΕΖΗΣΑ ΤΟΥΣ ΠΟΘΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΑΗΜΟΥΣ ΤΗΣ 1910 – 1980, ΣΑΒΒΑ ΛΟΪΖΙΔΗ Δρος Δικαίου, τ. Εθναρχικού Συμβούλου Κύπρου και τ. Βουλευτού Αθηνών, Εκδόσεις Μπεργάδη, Αθήναι 1980, σ. 52-71.